Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

Η ΣΒΗΣΤΡΑ (ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΠΑΠΑΤΕΡΠΟΥ -ΠΑΤΡΩΝΟΥ)

                                            
Η σβήστρα


      Έσβηνε και ξανάσβηνε την ίδια λέξη, κάτι δεν του πήγαινε καλά,
  την ιστορία της ήθελε να γράψει,  δεν έβρισκε όμως τον κατάλληλο τρόπο
  να το αφηγηθεί. Για τη σβήστρα εννοείται, αυτήν που χρησιμοποιούσε τώρα
  και που χρόνια ολόκληρα την είχε καταχωνιασμένη στο συρτάρι του γραφείου του..
     Αυτήν που κουβαλούσε χρόνια και χρόνια, από τα μικράτα του, από την πρώτη
  Δημοτικού, και μια την έκρυβε μέσα στη σάκα, μια στην τσέπη του πανταλονιού,
  αργότερα στη βαλίτσα, και όταν πια απέκτησε δικό του γραφείο, εκεί, πάντα μέσα
  στο συρτάρι, σε μία μεταλλική θήκη,  απ` αυτές τις σκαλιστές που χρησιμοποιούν
  οι γυναίκες για τα κοσμήματά τους.
     Κύριο μέλημα:  Μην τύχει και χαθεί. Τουλάχιστον ώσπου να αξιωθεί να αφηγηθεί
  την ιστορία της, δηλαδή τα παιδικά του χρόνια...
... Που δεν ήταν βέβαια και τα καλύτερα. Φτωχόπαιδο ο ίδιος, φτωχόπαιδα τα
  περισσότερα παιδιά στην τάξη. Την πρώτη Δημοτικού.  Στη σάκα, ο Θεός να την
κάνει, ένα παλιό τσουβαλένιο ταγάρι, που η μάνα του είχε φροντίσει να μεταμορφώσει
σε κάτι που να θυμίζει σάκα σχολική, το Αναγνωστικό της Πρώτης,ένα τεράδιο,ένα μολύβι κι ένα
καθαρό μυξομάντιλο.
   Η δασκάλα δεν χαμπάριζε από καλοπιάσματα και γλυκόλογα για τα πρωτάκια.
Στη σειρά τους έβαλε από τη πρώτη μέρα, τρεις- τρεις στα θρανία, από εδώ τα κορίτσια,
εκεί τα αγόρια. Μπροστά τα κοντότερα, στα πίσω θρανία τα μεγαλόσωμα. Και ο χάρακας
στο χέρι! Πού να τολμήσουν οι πιτσιρικάδες να κουνηθούν!
   Ναι, αλλά υπήρχαν και μερικοί μεγαλύτεροι, αυτοί που δεν τα είχαν καταφέρει
την προηγούμενη χρονιά να προβιβαστούν στη Δευτέρα... Μ` αυτούς δεν ήταν τόσο
εύκολα τα πράματα για τη δασκάλα. Ούτε και για τους συμμαθητές. Ο Γιώτης, πολύ
ανεπτυγμένος για την ηλικία του αλλά και πολύ συνεσταλμένος, βρέθηκε στην τελευταία
σειρά θρανίων, ανάμεσα στους "ζωηρούς" και μεγάλους...
    Αγώνα ολόκληρο έκανε να μην δώσει δικαίωμα για κατσάδιασμα στη δασκάλα,
να μην κακοκαρδίσει φυσικά και τους διπλανούς. Φοβόταν την εκδίκηση. Συν τοις
άλλοις του άρεσαν πολύ τα γράμματα. Η δασκάλα, σ` αυτόν τον τομέα, ήταν η καλύτερη.
Γι αυτό άλλωστε και τής ανέθετε ο διευθυντής χρόνια ολόκληρα την πρώτη τάξη.
    Και η δασκάλα είχε ξεχωρίσει ήδη το Γιώτη για την επιμέλεια και  την προθυμία του.
Αυτόν και τη μακρομαλλούσα πρωτευουσιάνα, κόρη ανώτερου υπαλλήλου, που ξεχώριζε για
την επίδοση στα γράμματα όχι όμως και για το χαρακτήρα. Ακατάδεκτη ήταν με όλες και
με όλους. Αν και αρκετά ψηλή,  ζήτησε να καθίσει στην πρώτη σειρά, γιατί την ενοχλούσαν
δήθεν οι άλλοι με τους ψιθύρους τους, την ώρα του μαθήματος..
   Δίπλα της μια κοντούλα κοπελίτσα. Τής έτρεχαν συνεχώς οι μύξες. Όλη την ώρα
τις ρουφούσε "εκνευριστικά", έλεγε η πρωτευουσιάνα. Η "μυξιάρα" από την άλλη,
δεχόταν πολύ συχνά δέματα από την Αμερική: Ωραιότατα τετράδια, μολύβια,
και κάποια μέρα, εμφάνισε πάνω στο θρανίο και μία πελώρια σβήστρα, μισή μπλε μισή κόκκινη,
με γράμματα επάνω! Την κοίταζαν με θαυμασμό όλα τα παιδιά, δεν άφηνε κανέναν να την αγγίξει
η "μυξιάρα"...
  ... Μπήκαν στην τάξη μετά το διάλειμμα, σήκωσε τότε η " μυξιάρα" το χέρι και παραπονέθηκε,
ότι κάποιος τής είχε πάρει τη σβήστρα από τη σάκα μέσα. Αναταραχή στην τάξη, ζήτησε η δασκάλα
να ψάξουν προσεκτικά όλοι κάτω απ` τα θρανία, σε όλον το χώρο τής αίθουσας, άφαντη η σβήστρα...
      Κανένα αποτέλεσμα... Και η "μυξιάρα" να κλαίει τώρα πια γοερά- θέλω τη σβήστρα μου-.
Κάλεσε τότε η δασκάλα τα πρωτάκια ένα-ένα να πλησιάσουν στην έδρα με τις σάκες τους ανοιχτές,
μήπως και βρεθεί σε κάποια απ` αυτές η σβήστρα...
  Η έρευνα άρχισε από την τελευταία σειρά. Τρία πράγματα μόνο σ` εκείνη του Γιώτη,
αμέσως τέλειωσε. Καθώς επέστρεφε στο θρανίο του,  κάτι ένιωσε να πέφτει μέσα από
την πρώτη σειρά, σχημάτισε δε την εντύπωση ότι είδε την πρωτευουσιάνα να του ρίχνει
μια λοξή ματιά...
    Η σβήστρα δεν βρέθηκε πουθενά, η δασκάλα έβαλε τις φωνές στη " μυξιάρα" που τής
έφαγε άδικα μία ώρα μαθήματος. Κάπου θα τής έπεσε, κατέληξε, και ας έγραφε στην Αμερική
να τής στείλουν άλλη...
     Μόλις τέλειωσε το μάθημα,  στη σάκα μέσα βρήκε ο Γιώτης  το "όργανο" του εγκλήματος!
Δεν ήξερε τι να υποθέσει. Το έκανε η πρωτευουσιάνα για να γλυτώσει την τιμωρία ή για
να ενοχοποιήσει τον ίδιο , που τόσο πολύ τον αγαπούσε η δασκάλα;    
   Γι αυτό έσβηνε και ξανάσβηνε ο Γιώτης.  Δεν ήξερε πώς ακριβώς να χαρακτηρίσει
την πρωτευουσιάνα: Κλέφτρα ή εκδικητική;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου